Τρίτη 17 Ιανουαρίου 2012

Για τα σύγχρονα ανεβάσματα κλασικών θεατρικών έργων


 Φτάνει πια με τους σκηνοθετικούς εκσυγχρονισμούς των κλασικών θεατρικών έργων και  μελοδραμάτων! Όλα τα εξέχοντα, τα μεγάλα έργα οποιασδήποτε μορφής τεχνης είναι αιώνια, ειδαλλιώς δεν είναι μεγάλα. Αν ένα παλαιό θεατρικό έργο δεν καταφέρνει να περάσει τα μηνύματα και τις θέσεις του στο σημερινό θεατρόφιλο κοινό, αν δεν καταφέρνει να το αγγίξει, να το συγκινήσει, να το συνεπάρει, τότε ας παραμείνει αρχειοθετημένο σε  κάποιο  ράφι δημόσιας  βιβλιοθήκης προς μελέτην από τους ιστορικούς και τους φιλολόγους. Ουδείς λόγος υπάρχει  να το ανεβάζουν στη σκηνή με «ευφάνταστα» σκηνοθετικά ευρήματα, που προσπαθούν, τάχα μου, να το ξεσκονίσουν από τη σαρωτική πάροδο του χρόνου, ενώ στην καλύτερη των περιπτώσεων καταφέρνουν να εντυπωσιάσουν απλώς τους θεατές ή να τους προκαλέσουν ποικίλες αντιδράσεις. 
     Βλέποντας τα τελευταία χρόνια παραστάσεις έργων του κλασικού δραματολογίου και της όπερας, αποκομίζω την αίσθηση πως οι σκηνοθέτες υποτιμούν τη νοημοσύνη μου, πασχίζοντας  να μού δείξουν  πόσο σύγχρονο είναι το έργο που παρουσιάζουν,   μεταφέροντας απλώς και μόνο τη δράση του σε νεότερους χρόνους ή στα καθ’ ημάς. Όμως έτσι δείχνουν να παραβλέπουν το γεγονός πως  τόσο ο ποιητικός λόγος των κλασικών κειμένων, ο οποίος είναι συνήθως έμμετρος, όσο και οι διάλογοι των έργων εποχής δεν ταιριάζουν με το σύγχρονο ντύσιμο ούτε με την κίνηση και την εν γένει συμπεριφορά, τις οποίες αυτό ακριβώς το ντύσιμο απαιτεί. Είναι εντελώς αδιανόητο ή κόρη να αποκαλεί τον πατέρα της «κύρη», προσφωνώντας τον  μάλιστα στό δεύτερο πρόσωπο του πληθυντικού, όπως λόγου χάριν στην «Ερωφίλη» του Γεωργίου Χορτάτζη (περί το 1600), ενώ φοράει μπλουτζήν και μασάει τσίχλα. Μια τέτοια σκηνοθετική   άποψη, μια τέτοια εικαστική ματιά είναι, το λιγότερο, γελοία.΄Εχουμε πιά βαρεθεί να βλέπουμε στρατιωτικές  χλαίνες και ναζιστικές στολές στους «Πέρσες» του Αισχύλου ή νεοϋορκέζικες αντίπαλες συμμορίες στο ανέβασμα της σαιξπηρικής τραγωδίας «Ο Ρωμαίος και η Ιουλιέττα». Υποψιάζομαι, μπορώ να πώ βάσιμα, ότι καθώς  τα βαρύτιμα ενδύματα άλλων εποχών για τα κλασικά  -συνήθως πολυπρόσωπα-  έργα του διεθνούς θεατρικού ρεπερτορίου και τα πολυτελή σκηνικά για τις όπερες έχουν υψηλό –απαγορευτικό για τους ιδιωτικούς θιάσους- κόστος, οι σκηνοθέτες βρίσκουν εύσχημους τρόπους να ξεπερνούν αυτό το πρόβλημα,  ντύνοντας τους ηθοποιούς με σημερινά ενδύματα και χρησιμοποιώντας αφαιρετικά σκηνικά. ΄Ετσι δίνουν συγχρόνως την εντύπωση πως πρωτοτυπούν, ενώ απλώς  αποκρύπτουν έντεχνα την ένδεια του προϋπολογισμού τους.
    Aυτή η τάση τείνει δυστυχώς να καταντήσει κανόνας στις ελληνικές θεατρικές -τόσο τις ιδιωτικές όσο και τις κρατικές-σκηνές.  Σε  δεκάδες ανέρχονται πλέον οι εκσυγχρονισμένες παραστάσεις. Σε πολλές μάλιστα απ' αυτές πρέπει  συν τοις άλλοις κάποιοι ηθοποιοί να εμφανιστούν εν αδαμιαία περιβολή, λες και χωρίς γυμνό να μη στέκει ένα θεατρικό έργο επί σκηνής. ΄Οταν όμως στις δεκαετίες του '60 και του '70 οι ηθοποιοί του Leaving Theater έπαιζαν ολόγυμνοι το ρόλο τους, αυτό το έκαναν ως πολιτική πράξη, ως κοινωνική διαμαρτυρία και πρόκληση, όχι ως φτηνό εντυπωσιασμό του κοινού με  απώτερο στόχο την εμπορική επιτυχία και την παρεπόμενη αύξηση των ταμειακών εισπράξεων του θιάσου.   
 
            Φοίβος Ι. Πιομπίνος


Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου